• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage
Ο όρος 'good will' παραπέμπει στον όρο 'goodwill'. Θα τον βρείτε σε μία ή περισσότερες από τις παρακάτω γραμμές.'good will' is cross-referenced with 'goodwill'. It is in one or more of the lines below.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
goodwill n (kindness)καλή θέληση επίθ + ουσ θηλ
 We helped the neighbors repair their fence as a gesture of goodwill.
 Βοηθήσαμε τους γείτονες να επισκευάσουν τον φράκτη τους ως κίνηση καλής θέλησης.
goodwill n (consent, willingness)καλή θέληση, καλή διάθεση επίθ + ουσ θηλ
 Very few people pay their taxes with complete goodwill.
 Πολύ λίγοι πληρώνουν τους φόρους τους με εντελώς καλή θέληση.
goodwill n (business asset) (επιχειρήσεις)φήμη και πελατεία φρ ως ουσ θηλ
  άυλα περιουσιακά στοιχεία περίφρ
  υπεραξία ουσ θηλ
  (μεταφορικά, καθομ)αέρας ουσ αρσ
 The price of the business reflects both tangible assets and goodwill.
 Η τιμή της εταιρείας αντικατοπτρίζει και τα κινητά και τα άυλα περιουσιακά στοιχεία.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'good will' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση good will στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «good will».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!